17 [] Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων, 18 Και θελεις καμει νιπτηρα χαλκινον και την βασιν αυτου χαλκινην, δια να νιπτωνται και θελεις θεσει αυτον μεταξυ της σκηνης του μαρτυριου και του θυσιαστηριου και θελεις βαλει υδωρ εις αυτον· 19 και θελουσι νιπτει ο Ααρων και οι υιοι αυτου τας χειρας αυτων και τους ποδας αυτων εξ αυτου· 20 Οταν εισερχωνται εις την σκηνην του μαρτυριου, θελουσι νιπτεσθαι με υδωρ, δια να μη αποθανωσιν· η οταν πλησιαζωσιν εις το θυσιαστηριον δια να λειτουργησωσι, δια να καυσωσι θυσιαν γινομενην δια πυρος εις τον Κυριον· 21 τοτε θελουσι νιπτει τας χειρας αυτων και τους ποδας αυτων, δια να μη αποθανωσι και τουτο θελει εισθαι νομος παντοτεινος εις αυτους, εις αυτον και εις το σπερμα αυτου εις τας γενεας αυτων.